12 Ιανουαρίου 2011

Η μελαγχολία του μελομακάρονου

Caro diario


Χαζεύω.  Οπως τότε, που άφηνα τη ματιά να τρέχει έξω, τσαλαβουτώντας στις λασπουριές του δρόμου, να τρυπώνει στα παντελόνια των περαστικών και μετά να δίνει μια, για να καβαλικεύει τα ατίθασα σύννεφα τ' ουρανού. "Διαβάζεις, ή χασομεράς πάλι;" Η Φωνή της μάνας μου. Το "Φ" κεφαλαίο. Ωρες ώρες πίστευα πως μόνο εκείνη μιλούσε  σπίτι μας. "Ναι, διαβάζω". η δική μου φωνή. Ολίγον αόριστη, ολίγον θαρραλαία. "Αλλά είναι χριστούγεννα και..." "Κανόνισε γιατί θα έρθω και θα στο κλείσω το παράθυρο". Η απειλή. Και τότε ξεπέζεβα από τα σύννεφα και ριχνόμουν σε γραμματικές και γεωμετρίες με τα φωτάκια-μαργαρίτες του δέντρου να αρχίζουν να βάφουν το δωμάτιο με χρώματα ανοιξιάτικα.

Γυρίζω τη ματιά από έξω. Απ' ενα άλλο παράθυρο. Σε μια άλλη μέρα, μια άλλη χρονιά. Περαστικούς δεν βλέπω πια ενώ τα φωτάκια, τραβήχτηκαν και καταχωνιάστηκαν στην αποθήκη. Αλλά ακόμα άνοιξη δεν φάνηκε. Ο ουρανός παραμένει βαρύς και χειμωνιάτικος. Παρακολουθούσα ώρα τις σταγόνες σαν κοφτερά κομμάτια γυαλιού, να κρέμονται  κάτω από την ξύλινη κουπαστή του μπαλκονιού. Οταν γλύστρισε και η τελευταία ξεδιψώντας για τα καλά την μπιγόνια, αποφάσισα να πιάσω το νήμα του Δεκέμβρη. Το τελευταίο γραπτό, μαζί  και πρώτο. Ας είναι...