30 Ιανουαρίου 2008

7+1

Δύσκολο πράγμα. Αναφέρομαι στο "παιχνίδι" του 7+1 που μετά την πρόσκληση του Αlex. είναι η πρώτη φορά που καταπιάνομαι με κάτι τέτοιο. Δύσκολο και για έναν ακόμα λόγο, που τον αντιλήφθηκα προσπαθώντας να καταγράψω τα γεγονότα. Ηταν τελικά πολύ προσωπικό, έννοιωσα να εκτίθεμαι, πολύ περισσότερο από όσο με τις ως τώρα αναρτήσεις μου. Σκέφτηκα να σταματήσω αλλά συνέχισα την ταξινόμιση και το γράψιμο, γιατί είδα ότι με βοηθά να αντιληφθώ πράγματα, που είτε είχαν ξεχαστεί είτε δεν ήταν "ορατά" με την πρώτη ματιά. Συνέχιζα, και ας μην γνώριζα αν θα το φτάσω μέχρι τέλους. Ως την δημοσίευση. Και ακόμα δεν ξέρω. Την απάντηση θα την έχετε μάθει, αν τώρα διαβάζετε τούτες τις αράδες ...

1. Kαλώς ή κακώς η δουλειά μου, είναι ένα από τα πιο σημαντικά πράγματα της ζωής μου και όχι μόνο για βιοποριστικούς λόγους. Ετσι, και αυτή τη χρονιά καθόρισε πολλά. Από τα οικονομικά και την ποιότητα της ζωής μου μέχρι τη διάθεσή μου και την υγεία μου. Κάποια στιγμή μάλιστα χρειάστηκε να «κατεβάσω ταχύτητα», όταν ο Αρης μου επισήμανε πόσο πολύ άγχος κουβαλούσα πάνω μου. «Εκτός από αυτό, φανερώνει αδυναμία στην εικόνα σου μέσα στο τμήμα» συμπλήρωσε. «Αφήνω δε, μήπως μου πάθεις τίποτα, στο τέλος» Ετσι, γύρω στον Σεπτέμβρη, έκανα το ντάουν σίφτινγκ.

Σχετικά με τα αμιγώς εργασιακά: Τα κατάφερα από τη νέα θέση που μου δόθηκε στην εταιρεία κάπου προς τα μέσα της περσινής χρονιάς. Απάλλαξα το τμήμα από τα λογής λογής "βαρύδια", βάζοντας το νερό στ' αυλάκι. Στη συνέχεια έφερα εις πέρας ένα μεγάλο πρότζεκτ, βγάζοντας ασπροπρόσωπους όσους είχαν υποστηρίξει την αναβάθμισή μου. Κάποιοι με αποκάλεσαν "διευθυντή ορχήστρας" :) Εκανα και λάθη, αλλά όπως μου είπε και η Μπία, "λάθη δεν κάνουν, όσοι μένουν άπραγοι". Η νέα μου θέση ήταν η αιτία που συνέβησαν και τα επόμενα τρία:

2. Το γεγονός που άλλαξε τις ζωές μας, ήταν η πρόσληψη του Αρη στην εταιρεία. Οχι μόνο το ότι είμαστε πια μαζί όλη την ημέρα, αλλά κυρίως γιατί αυτή η δουλειά είναι καλύτερη από αυτή που άφησε. Πιο ξεκούραστη, πιο ανθρώπινη. Περάσαμε δύσκολες ώρες μέχρι να γίνει κατορθωτό, αλλά στο τέλος νοιώσαμε ευτυχισμένοι. Μπορεί να ακούγεται εγωιστικό, αλλά εκτός από την ευτυχία, ένοιωσα και την ικανοποίηση ότι μπορώ να τον φροντίζω.

3. Λίγο πριν φύγει η χρονιά αποφασίσαμε να αλλάξουμε σπίτι. Ετσι, ένα πρωινό Σαββάτου, ο Αρης και εγώ βρεθήκαμε να μετακομίζουμε στο νέο διαμέρισμα. Νεόδμητο, ευάερο και ευήλιο. Με θέα και τζάκι. Πλέον μπορούμε να γυρίζουμε άφοβα με αδαμιαία περιβολή και με τις κουρτίνες ανοιχτές! Χαρήκαμε - αν και κουραστικό- τις βόλτες στα μαγαζιά για να το ντύσουμε.

4. "Σε δυο σπίτια χωριστά"... Πήρα την απόφαση να τελειώσω το δικό μου διαμέρισμα. Πάνε χρόνια που το ΄λεγα αλλά τώρα πια, έθεσα όριο στον ευατό μου. Το αργότερο μέχρι το καλοκαίρι, να έχω μετακομίσει στο νέο μου σπίτι. Θα έχει ελλείψεις, το γνωρίζω, αλλά θα είναι κατοικήσιμο. Το τρέξιμο άρχισε τούτον το μήνα, κηνυγώντας τεχνικούς και ξοδεύοντας ώρες για έρευνες αγοράς. Αγαθά κάποις κτώνται...

5. Μετά από μια δύσκολη περίοδο αποφάσισα να κρατήσω το μπλογκ ζωντανό, παρά το γεγονός ότι σκέφτηκα να το σταματήσω. Το γεγονός ότι από την αρχή δεν έθεσα ποσοτικό όριο στο γράφειν, με βοήθησε για αυτή την απόφαση. Εγραψα και πάλι όσο μπόρεσα, όχι όμως όσο θα ήθελα. Σε συνάφεια με αυτό, θα αναφέρω επίσης το ότι "γνώρισα" ανθρώπους της μπλογκόσφαιρας. Μικρές κουβέντες, σύντομα σχόλια και μηνύματα. Αληθινά ωστόσο. Θα ήθελα να είχα μπορέσει να τους αφιερώσω περισσότερο χρόνο. Ελπίζω να γίνει κατορθωτό τη νέα χρονιά.

6. Το γεγονός ότι πέρασα μέσα από δύο δύσκολες καταστάσεις στη σχέση μου με τον Αρη. Η μία αφορούσε θέματα δουλειάς και μια άλλη εν μέσω διακοπών - ένα περίεργο πράγμα, αλλά εμάς τότε μας συμβαίνουν αυτά- όπου θύμωσα πολύ. Μ' εμένα, μ΄ εκείνον. Δεν κράτησε πάνω από μια -δυό μέρες, όπως πάντα. Ωσπου να φύγουμε είχαμε ξυπνήσει και πάλι αγγαλιά στο ίδιο μαξιλάρι. Ενα μήνα μετά θα κλείναμε δέκα χρόνια κοινής ζωής.

7. Μετά το θάνατο της γιαγιάς μου το 2006, δεν έχω αναφέρει κάτι στο μπλογκ για αυτή την απώλεια, τα 2 "Λ" στο σόι μας, ο θείος Λύσσανδρος με τη θεία Λουίζα αποφάσισαν να κόψουν σταδιακά τις σχέσεις τους με την οικογένειά μου. Με εμένα μια ιδέα παραπάνω. Ζήτημα είναι αν μου μίλησαν δύο τρείς φορές μέσα στη χρονιά. Το ίδιο έκαναν και με τον Αρη. Βρήκα μια αφορμή για να προσπαθήσω να βρεθούμε κάπου στη μέση, αλλά έμειναν αμετακίνητοι. Με πείραξε ο τρόπος τους, αναρωτήθηκα αν έφταιξα σε κάτι και στο τέλος αποφάσισα να πάψω να ασχολούμαι για τα αίτια μιας τέτοιας συμπεριφοράς.

7+1 = 8 . Για το όγδοο... Νομίζω, ότι το πιο πολύτιμο ήταν η υγεία όλων εκείνων που αγαπώ, του πατέρα μου, του Αρη, η δική μου... Που μου επιτρέπεται να κάνω όνειρα για την επόμενη μέρα. Οσα πέρασαν, έφυγαν, όσα είναι να ΄ρθουν, μπορεί και να μην έρθουν. Ας ζήσω τη στιγμή. Αυτή είναι, ότι σημαντικότερο έχουμε.

Για όλους...

29 Ιανουαρίου 2008

Το ροζ χιόνι

Caro diario

Μεσημέριασε. Αργοπορημένες νιφάδες πεθαίνουν πάνω στο λερωμένο τζάμι του παραθύρου. Στην αρχή γίνονται μικρές σταγόνες ώσπου κυλάνε και χάνονται. Παρακολουθώ την πορεία τους καθώς πετούν προς το μέρος μου. Απλώνω τη ματιά μου πιο πέρα. Βρίσκω ένα γκρίζο σύννεφο που περνά και την αφήνω για λίγο πάνω του. Πιο πίσω ο ουρανός δείχνει να ανοίγει. Από αύριο θα έρθει η άνοιξη, άκουσα. Σκέφτομαι τώρα την αμυγδαλιά κάτω στο δρόμο. Φεύγοντας, να θυμηθώ να κοιτάξω για τα μπουμπούκια της. Το πρώτο σημάδι της άνοιξης. Η πρώτες μυρωδιές της. Η μάνα μου θυμάμαι έκοβε κλωνάρια μυγδαλιάς και γέμιζε όλο το σπίτι. Και μετά από λίγες μέρες, τα πέταλα τους έπεφταν σαν νυφάδες ενός ροζ χιονιού, πάνω στ άσπρα σεμέν.

Προσπαθώ να γράψω γρήγορα. Να σκεφτώ τη συνέχεια. Να γεμίσει η σελίδα τούτη. Κοντεύει η ώρα που θα φύγουμε. Ο Αρης θέλει να πάμε στο αεροδρόμιο. Και στις τράπεζες για πληρωμές δανείων και καρτών. Εγώ πεινάω και νυστάζω. Με ρωτάει στο εμ ες εν τι θα κάνουμε. «Βγαίνει ο μήνας». Ξαφνικά κοκκινίζω ίσαμε τ΄αφτιά. Αισθάνομαι έναν κόμπο ιδρώτα κάτω από το χοντρό πουλούβερ. «Εντάξει ας πάμε» Συμφώνησα. Κοιτάζω και πάλι το ρολόι στο τασκ μπαρ. Πέρασαμε μια ακόμα μέρα. Σε λίγο θα ανοίξουν και τα εποχικά με τα αποκριάτικα. Κοιτάζω το ημερολόγιο να δω πότε πέφτει Πάσχα φέτος. 27 τ΄Απρίλη.

Στο γραφείο επικρατεί το συνηθισμένο χάος. Προσπαθώ να κλείσω τους ήχους έξω από τα αφτιά μου με ένα βουητό. Προς στιγμή φαίνεται να το καταφέρνω. Αλλοι χειρονομούν, μιλώντας έντονα στα τηλέφωνα. Αλλοι γράφουν αφοσιομένοι στις οθόνες, χτυπώντας με δύναμη τα πλήκτρα κάτω από τα δάκτυλά τους. Κάποιοι κοιτάνε στην τηλεόραση, σχολιάζοντας τα γεγονότα των ημερών. Χριστόδουλος, Κουκοδήμος, χιόνια. Γερόντισες με σακούλες στο κεφάλι περιμένουν στην Μητροπόλεως, ο ωραίος Ολυμπιονίκης να κάνει δηλώσεις από το "ψυγείο", εργάτες με φτυάρια να διώχνουν τα χιόνια από τους δρόμους. "Ψυγείο";

Ο Αρης κάνει αναπάντητη κλήση στο κινητό, σημάδι ότι περιμένει ήδη στο αυτοκίνητο. Πρέπει να κλείσω.

Α, να θυμηθώ να κοιτάξω την αμυγδαλιά...

14 Ιανουαρίου 2008

1979

Caro diario


Μένω να κοιτάζω με μια ισχυρή δόση αναπόλησης το λιγοστό χώμα που έπεσε από
το Σάββατο πάνω στη βάση της οθόνης, εδώ στο γραφείο, την ώρα που πασπάτευα
να μπίξω πιο βαθιά στο χώμα του, το μικρό φυτό. Είναι απεκείνα με τα
πλατιά, σαρκώδη φύλλα, που μ'αρέσουν. Πασχίζει να ζήσει και αυτό εδώ δίπλα
μου. Με βλέπει να γράφω, να σηκώνω τηλέφωνα, να μιλάω, να ξαναγράφω, να
φεύγω και να ΄ρχομαι. Μου το είχε χαρίσει ο Αρης, όταν διάβασε τυχαία στο
"L.blogspot", ότι το προηγούμενο είχε πεθάνει. Σ΄αυτή τη σκέψη του στέλνω
ένα }{ στο εμ ες εν, ψηφιακό μας απομεινάρι από τα χρόνια μας στο pirch32
και στο icq. Ανταποδίδει στη στιγμή. Η αναπόληση μπλέκεται τώρα με
μελαγχολία.


Κοιτάζω έξω απ' το παράθυρο να ξεκουράσω το νου και τα μάτια μου. Ανοιξε ο
καιρός και καθάρισε ο ουρανός πια . Γατζώνομαι στις στάλλες που έχουν απομείνει
ακόμα πάνω στο λερωμένο τζάμι από την πρωινή βροχή. Στα αυτιά μου φτάνει ο
ήχος των αυτοκινήτων από τα βρεγμένα λάστιχα που τρέχουν κάτω στο δρόμο. Η
πρωινή ήταν μια βροχή από εκείνες τις παλιές ή έτσι μου φάνηκε. Ισως επειδή
πάει καιρός από την τελευταία φορά, που θυμήθηκα να είχε μαυρίσει τόσο η
μέρα.


Ηταν ένα ίδιο πρωινό Δευτέρας. Μολύβι ο ουρανός και εγώ να αναπολώ τις
ξέγνοιαστες ώρες του Σαββατοκύριακου. Η μελαγχολία της Κυριακής είχε γίνει
τώρα η αγωνία της Δευτέρας. Ημουν αγχωμένος, τόσο ώστε να θέλω ν΄ανοίξει η
γη να με καταπιεί. Το στυλό γλιστρούσε νευρικά μέσα στα ιδρωμένα μου
δάκτυλα. Eννοιθα να έχω κοκκινίσει ως τα αφτιά. Είχα πάει αδιάβαστος στο
σχολείο.


Πρώτο μάθημα "Ανάγνωση". Καρκαβίτσας, θυμάμαι. Δεν μου έλεγε και πολλά. Μόνο
κάτι για θάλασσες και καράβια. Αλλά δεν ήμουν και βέβαιος. Δεν με εμπόδισε αυτό βέβαια να βρεθώ με μιας σε παραλίες με μαγιό και άρωμα καρύδας στον αέρα. Με έπνιγε όμως, όταν ένα ξαφνικό μελτέμι γέμισε με λευκή άμμο τα μάτια μου. Χτύπησα τα βλέφαρα να καθαρίσουν. Και ίδρωσα περισσότερο γιατί δεν ήταν άμμος αλλά η σκόνη της κιμωλίας που χάραζε ύπουλα τον πίνακα... Ενας βήχας τράνταξε τότε δυνατά το κορμί μου, μέχρι ένα χέρι από πίσω χτυπήσει την πλάτη μου.


- Και τώρα που ηρέμησες, Λύσση, για πες μου και εσύ τις άγνωστες λέξεις που έχεις από το σημερινό κείμενο, ρώτησε ο δάσκαλος. Προσπάθησα να προσποιηθώ ότι πνιγόμουν ακόμα, αλλά δεν θα έπιανε το κόλπο. Με θολωμένα ακόμα τα μάτια, μπορεί να 'ταν τελικά και από την άμμο, διέκρινα κάτι στα μικρά σκοτεινά γράμματα του βιβλίου. «Μπρίκι, κύριε» είπα με μια δόση ανακούφισης. «Μόνο αυτήν έχεις, άγνωστη λέξη;» Το "άγνωστη" το είχε είπε με ένα περίεργο ύφος. Συμπέρανα ότι μάλλον θα έπρεπε να είχα και άλλες, αλλά δεν βρήκα καμμιά υπογράμμιση στο βιβλίο.

- Μάλιστα κύριε, είπα με σκυμμένο το κεφάλι. Το σήκωσα ενστικτωδώς από τη λάμψη μιας επερχόμενης αστραπής. Σιωπή στην αίθουσα, που έσπασε με ένα τρίξιμο στα τζάμια. Κάποιοι είπαν πως ήταν κεραυνός. Μπορεί και να ήταν, όπως το χαστούκι που μου έριξε ο δάσκαλος της Τετάρτης δημοτικού, εκείνο το βροχερό πρωινό του 1979...

Καλή χρονιά, είπαμε;

Δεν είπαμε...