28 Σεπτεμβρίου 2007

It makes me feel blue

Caro diario

Mεσημέρι στο γραφείο. Ξεκλέβω λίγο χρόνο, όχι γιατί δεν υπάρχουν θέματα να ασχοληθώ, - το αντίθετο μάλιστα- απλά σκέφτηκα ότι με το γράψιμο, για λίγο έστω, μπορεί να επιδράσει ως ηρεμιστικό. Αλλωστε, μου έχει λείψει - όπως και εσείς - αφού ακόμα δεν έχω γραμμή στο σπίτι και οι ευκαιρίες στο γραφείο για γράψιμο είναι λίγες. Προσπαθώ να υπολογίσω πόσες ημέρες έχουν περάσει από την ημέρα παραλαβής της αίτησης μου από την νέα εταιρεία. [...] Σήμερα κλείνουν αισίως ενένηντα ημέρες και ακόμα δεν έχουν κατορθώσει να με συνδέσουν στο δικτύο τους. Με Κάιρο όμως, από καιρό...

Με τη θερμοκρασία να θυμίζει ακόμη καλοκαίρι, και το ανοιχτό παράθυρο, προσπαθώ να μην ακούω τίποτα από την αντάρα του χώρου. Το τηλέφωνο πάντως έχει ώρα να χτυπήσει. Ενας πενταγάλανος ουρανός απλώνεται απ' έξω και κάτι απροσδιόριστα μου θυμίζει ένα στίχο από το "Heaven" του Jonsi. (Τρελλό... - Γιουροβίζιον 2004 - Iσλανδία). Εύχομαι να είχαμε χρόνο για να πηγαίναμε στη θάλασσα, φεύγοντας από τη δουλειά. Να ξαπλώναμε στα βράχια, γυμνοί κάτω από τον ζεστό ήλιο. Να άδειαζε λίγο το μυαλό μου. 2 feel blue... Για την ώρα , προσηλώνομαι στο φως που λούζει την επιφάνεια του γραφείου, κηνηγώντας μανιασμένα τη σκόνη. Εγώ πάλι, τις σκέψεις μου.

Για χθες είχαμε κλείσει ραντεβού στην οδοντίατρό μας. Γιατί ως συνήθως μετά τον καθαρισμό, προκύπτουν και άλλα. Χθες είχαν σειρά τα "άλλα". Ο Αρης πήγε πρώτος, μετά εγώ. Συναντηθήκαμε στον προθάλαμο - καθιστικό με την μοντέρνα επίπλωση. Η οδοντίατρος πίσω από τους ώμους του Αρη, έκανε χαρές, όταν με είδε. "Τι ωραία , που έρχεστε πάντα μαζί..." είπε, αντί γι΄αυτό που θα ήθελε να είχε πει: "Τι, ωραία, που είστε ακόμα μαζί..."

Αποχαιρέτησα με ένα βλέμμα τον Αρη και πέρασα στη θέση του. Κάθισα στην μακρόστενη καρέκλα του λευκού ιατρείου. Η οδοντίατρος με ακολούθησε, κλείνοντας πίσω της την πόρτα. Από μια εσωτερική εμφανίστηκε η βοηθός. Αναψε τον προβολέα με το παράξενο σχήμα πάνω από το κεφάλι μου. Από παιδί κάτι μου θύμιζε αυτό. Μου πήρε χρόνια για να το βρω. Κεφάλι κόμπρας, είπα σχεδόν φωναχτά... Η ωραία οδοντίατρος με κοίταξε απορημένη, πριν αναφωνίσει: "Τι πράγμα;" "Μη δίνεις σημασία, κάτι δικό μου...." είπα την ώρα που άρχιζα να κοκκινίζω ως τα αφτιά. Αφού έριξε μια φευγαλέα ματιά προς την οθόνη της τηλεόρασης, τράβηξε το σκαμπό της δίπλα μου, έφερε απαλά τον προβολέα-κόμπρα πάνω από τα κεφάλια μας και βάλθηκε - έχοντας τα στήθη της δίπλα από το μάγουλο- να σκαλίζει τα δόντια μου.

Εκλεισα τα μάτια και προσπάθησα να χαλαρώσω. Συνήθως μου΄ρχεται ύπνος. Το ίδιο και όταν πηγαίνω να κουρευτώ. Οι δύο γυναίκες έπιασαν όμως την κουβέντα. "Χθες άφησα το Σάαμπ, έξω από τον Ζάρα" είπε η γιατρός. "Μα βρήκατε κει, να παρκάρετε", αναρωτήθηκε η βοηθός της. "Ελα μου, ντε! Είχα κάτι δουλειές στην περιοχή και στην επιστροφή είπα να μπω μέσα. Πολύ μίζερο μου φάνηκε... Τι να σου πω! Δεν βρήκα τίποτα." Εγώ, υπέθεσα τη συνέχεια. Συνολάκια, παπούτσια και όλα τα αξεσοράιζ που τρελαίνουν τις γυναίκες. Πως θα το άντεχα; Και έσφιξα τα μάτια, γιατί τα δόντια δεν μπορούσα ούτως ή άλλως.

Αμ, δε! Πάνω από το ορθάνοικτο στόμα μου, οι δύο γυναίκες - με αφορμή το παρκάρισμα της μιας, έξω απ΄του Ζάρα, βάλθηκαν να μιλάνε για... αυτοκίνητα! Ελα Χριστέ και μπούκωνε. Και να σου, οι ζάντες, τα δερμάτινα σαλόνια, τα δισκόφρενα. "Λύση μου, σε πονάω;" Πάνω, τα φρύδια εγώ. Συνέχεια, είχαν τα υδραυλικά τιμόνια, τα συστήματα παρκαρίσματος μέσω κάμερας, τα μπλουτούθ... "Δεν πρέπει να το ζω, αυτό τώρα. Η νάρκωση θα φταίει. Το ΄ριξα στην πλάκα. Γιατί να μην μιλούσαν για ταγεράκια και τσάντες; Xίλιες φορές! Και μετά, ήρθε η είδηση ότι η όμορφη, νεαρή οδοντίατρος μας, αφού "σκότωσε" το προηγούμενο της αυτοκίνητο, έχει παραγγείλει νέο τζιπ-τανκ, όπως εμείς παραγγέλνουμε πίτσα. Δεν ζήλεψα βέβαια. Απλά, για μια στιγμή αναρωτήθηκα το "πως" και το "γιατί". "Και εμείς, δεν μπορούμε ν΄αλλάξουμε το σαραβαλάκι μας!" Όταν όμως λίγο αργότερα, άκουγα τη βοηθό να υπολογίζει πόσα θα μας στοιχήσουν 2,5 σφράγισματα, 1 απονεύρωση και 2 θήκες, η απορία μου λύθηκε στη στιγμή.

Εκλεισα το επόμενο ραντεβού και τράβηξα την βαριά πόρτα πίσω μου. Βγήκα στο δρόμο. Ο ήλιος είχε μόλις πέσει, αφήνοντας κίτρινα και ροζ χρώματα στον ουρανό. Κοίταξα ψηλά, ενώ ένας ξαφνικός αέρας μπλέκονταν μέσα στα μαλλιά μου. Τότε ήταν που άρχισα να σιγοψιθυρίζω: Ανεβάσαμε στ’ αμάξι την κεραία, ανεβάσαμε και τ’ άστρα στο καπό. Κι όπως ψάχναμε τα λόγια τα μοιραία, κάτι μ’ έπιασε και σου ’πα "σ’ αγαπώ"και πω-πω-πώ και πω-πω-πώ...


21 Σεπτεμβρίου 2007

Σκοτείνιασε

Caro diario


Πήρε να πέφτει απόγευμα. Εχω έρθει στο σπίτι του Αρη και τον περιμένω να γυρίσει απ' τη δουλειά. Εκείνος έπρεπε να μείνει ως αργά σήμερα. Κάθομαι γυμνός, με το λάπ τοπ ανοιχτό μπροστά μου, πάνω στο τραπέζι. Εχω κλειστές τις κουρτίνες. Σχεδόν σκοτάδι. Το φως μιας μικρής λάμπας, προσπαθεί να απλωθεί στο χώρο. Κλειστή και η φωνή της τηλεόρασης. Το μόνο που ακούγεται είναι ο αέρας, που χτυπά με δύναμη στα τζάμια. Μέσα από τις γρίλιες ξεχωρίζω με δυσκολία τα λιγούστρα, κάτω στο πεζοδρόμιο, που έχουν στήσει τρελό χορό. Δεν βλέπω να πηγαίνουμε αύριο για μπάνιο στο μικρό ΚΑΠΕ. Με τέτοιο καιρό...


Ανοίγω το εμ ες εν. Ο Αρης από το γραφείο, με ρωτάει τι κάνω. Εγώ τον ρωτάω αν θα αργήσει. "Η Μπία ήθελε να πάμε στις Νύχτες Πρεμιέρας απόψε". Ο Αρης το αποκλείει χωρίς δεύτερη σκέψη. "Και να διαλέξει ταινία η φίλη μας, για να κόψουμε φλέβες πάλι; Ξεχάστε το!" Τα μηνύματα πέφτουν το ένα πίσω απ΄τ' άλλο. Κάποιοι με ρωτάνε ποιός είμαι. Γράφω κάτι για απάντηση. Βαριέμαι και γυρίζω οφ λάϊν, για τον Αρη. Με ρωτά γιατί βγήκα. Του λέω. Ο καφές ξεθύμανε πια, στο ψηλό ποτήρι. Κλείνω και το γκεϊ νταρ.


Η Μπία με καλεί στο κινητό. Με το τηλέφωνο στο χέρι πάω στη κουζίνα να πιω νερό. "Τι πράγμα; Που είσαι;" Προσπαθούσα να ακούσω, τι μου 'λεγε. "Μην φωνάξεις όμως..." Κόντεψε να πέσει το ποτήρι, απ΄το χέρι μου, όταν την άκουσα να μου λέει ότι με καλούσε από το βαγόνι ενός τρένου... "Πηγαίνω στη Δράμα, στο Φεστιβάλ των μικρομηκάδων... Μια φίλη έχει ταινία και... Αλλά το ΄χα... ξεχάσει, πως είχα να πάω εκεί." Εκανα τον πειραγμένο. "ΚΑΙ εκεί". "Αλήθεια λέω. Το΄χα ξεχάσει. Γι΄αυτό δεν σας το είπα. Στις Νύχτες όμως θα πάμε. Μόλις γυρίσω. Εντάξει, Λυσούκο μου; Φιλιά στον Αρη. Σ΄αφήνω τώρα..." Πάντα απρόβλεπτη! Γι΄αυτό ίσως να την αγαπάμε τόσο. Χαμογελώ στη σκέψη, για το πόσα θα έχει να μας λέει. Ισως να ζηλεύω κι όλας που δεν είμαι μαζί της τώρα. Στο βαγόνι ενός τρένου για τη Δράμα. Γράφω τα νέα της φίλης μας στον Αρη. "Το δυστύχημα είναι πως δεν θα αποφύγουμε να πάμε μαζί της στις ΄Νύχτες΄" Η πρόταση τελειώνει με πολλά " :) "


Ο αέρας συνεχίζει να χαλάει τον τόπο. Σκοτείνιασε και έξω. Χάθηκαν πια οι γρίλιες από το παράθυρο. Οποια στάση και να πάρω, αν γράφω στο λάπ τοπ, δε με βολεύει. Πιάστηκα και πάλι. Απλώνω τα πόδια κάτω από το τραπέζι. Ρίχνω το κεφάλι προς τα πίσω. Ακούγεται ένα μικρό "κλικ". Επανέρχομαι στην αρχική μου θέση. Αισθάνομαι τον ιδρώτα μου να ρέει κάτω από τις ξυρισμένες μασχάλες. Μαζί και μια αψιά μυρωδιά απ΄τ΄αχαμνά μου, να γεμίζει το χώρο. Η κούραση ξαφνικά βαραίνει τους ώμους. Ο Αρης παραμένει ακόμα στο γραφείο. Μου στέλνει μήνυμα. Δεν θα αργήσει να τελειώσει. Θα ξεκινήσει σε λίγο. Με ρωτά αν θέλω να βγούμε αργότερα. Του γράφω πως όχι. "Προτιμώ να μείνω στην αγγαλιά σου, μπροστά στην τηλεόραση." Μια γραμμή από συνεχόμενα"m" τρέχει τώρα μέσα στο παράθυρο συνομιλίας. "Πάω για ένα ντουζ, εγώ τώρα. Μην αργήσεις..."

18 Σεπτεμβρίου 2007

Διλήμματα

Caro diario

Παρατηρώ, το μικρό σαρκώδες φυτό, που πασχίζει να κρατηθεί ζωντανό, πάνω στο κέιζ του υπολογιστή. Εχει πάρει μια κλίση προς το παράθυρο ή μου φαίνεται; Toυ ανοίγω λίγο τις περσίδες και το ταϊζω φως. Τώρα που ο ήλιος διαπερνά τα χοντρά του φύλλα, γίνονται πιο πράσινα. Σχεδόν διάφανα. Ελπίζει και ελπίζω ότι θα ζήσει.

Το κεφάλι μου βουίζει. Η τηλεόραση φωνάζει στο τέρμα, έχοντας ξεχυλίσει με Βενιζέλο. Οι συζητήσεις στο γραφείο για την σπουδή του να ανακοινώσει την υποψηφιότητά του - εκ Ζαππείου, το βράδυ των εκλογών και ουχί εκ του πεζοδρομίου της Χαριλάου Τρικούπη - δίνουν και παίρνουν. "Ενας εξουσιομανής δεξιός, για αρχηγός του ΠΑΣΟΚ; Πάτε καλά; " αναρωτιέται η συνάδελφος από το απέναντι γραφείο. Τα τηλέφωνα συνεχίζουν να χτυπούν μανιασμένα, ενώ σκέφτομαι πως η επιλογή μεταξύ Παπανδρέου και Βενιζέλου είναι κάτι σαν το δίλημμα της Γιουροβίζιον. "Να στείλουμε το καλύτερο τραγούδι ή αυτό που μπορεί να κερδίσει;" Εγώ ήμουν ανέκαθεν του πρώτου ενδεχόμενου. Θυμάμαι ότι είχα ψηφίσει την Κόνορς και όχι τους Αντικ...

Αργότερα. Λίγο πριν φύγουμε. Πήγε κι όλας μεσημέρι. Μια δύσκολη μέρα πέρασε από πάνω μας. Η τηλεόραση στην ΕΡΤ, ουρλιάζει για την νέα κυβέρνηση του πυρίμαχου. Ο Αρης στέλνει εμ ες εν ότι θα με περιμένει στην είσοδο. Δεν μπορώ να τον αφήσω να περιμένει. Φεύγω. ( ... )

3 Σεπτεμβρίου 2007

Θα σε περιμένω

Caro diario


Κοιτάζω από συνήθεια το ρολόι στο δεξί μου καρπό. Κοντεύει δύο. Ελευθερώνω το φως, τραβώντας τις περσίδες προς τα πάνω και μετά ανοίγω το παράθυρο. Ενας δροσερός αέρας με χτυπά στο πρόσωπο. Απολαμβάνω τη στιγμή με μια μεγάλη ανάσα. Ανυπομονώ να βρεθώ έξω από το μεγάλο κτίριο. Αρχίζω να σκέφτομαι να επικαλεστώ κάτι και να φύγω. Σκέφτομαι όμως ότι δεν θα μπορέσει να κάνει το ίδιο και ο Αρης, οπότε το αφήνω. Συνεχίζω να χαζεύω έξω από το παράθυρο. Ενα πρώιμο φθινώπορο κρέμεται απ' έξω...

Φτάσαμε πριν λίγο στο σπίτι του Αρη. Πετάξαμε τα ρούχα και χωθήκαμε ένας ένας στη μπανιέρα. Πρώτα εκείνος, μετά εγώ. Βγαίνοντας, στάθηκα μπροστά στον καθρέπτη με τις αχιβάδες και τα κοχύλια για να χτενιστώ. Κοίταξα την κίτρινη πορσελάνη, υπολογίζοντας τις χαμένες τρίχες του Σεπτέμβρη. Τα χελιδόνια φεύγουν η τριχόπτωση έρχεται... "Eλα, τι κάνεις ακόμα;", άκουσα τον Αρη, από το μέσα. Αφησα για λίγο το νερό της βρύσης να καθαρίσει το νιπτήρα και βγήκα γυμνός στο καθιστικό. Φάγαμε κάτι πρόχειρο, στο τραπεζάκι μπροστά από την τηλεόραση με παρέα κάτι νόστιμους νοτιοαμερικάνους. Χωρίς φωνή...

Ο Αρης έχει ξαπλώσει από ώρα. Ακούω χωρίς προσπάθεια την ανάσα του. Τεντώνω προς τα πίσω και πλάγια το κεφάλι για να δω στο υπνοδωμάτιο. Βλέπω τα δυνατά του πόδια να εξέχουν λίγο πάνω από το σεντόνι. Οι άσπρες πατούσες του κοιτάζουν προς την ντουλάπα. Απλώνομαι ακόμη λίγο. Η ματιά μου φτάνει ως εκεί, που ενώνονται οι μηροί. Χαλαρώνω.

Επιστρέφω στο λευκό της οθόνης. Χτυπά το τηλέφωνο. Ο πατέρας μου, ρωτά αν θα μπορέσω να τον βοηθήσω να μεταφέρει κάτι. Δεν έχω διάθεση να τρέχω πουθενά. Αντί γι΄αυτό ρωτώ σε πόση ώρα πρέπει να είμαι εκεί. Μια μεγάλη ανάσα βγαίνει πάλι από μέσα μου. Ξαφνικά ζεσταίνομαι, δεν μπορώ να βολέψω τα πόδια μου, όλα μου φταίνε. Αναρωτιέμαι πότε θα μπορέσω να μάθω στο ¨Οχι". Ισως ποτέ..

Κοιτάζω το ρολόι, προσπαθώντας να υπολογίσω πόσος χρόνος μου απομένει. Πρέπει να προλάβω να πάρω τα μηνύματα και τα email, αφού στο σπίτι δεν έχω ίντερνετ εδώ και 2 εβδομάδες. Αναλογίζομαι πόσος καιρός έχει περάσει από τότε που προσπαθώ να αλλάξω πάροχο... Μόλις συνδέθηκα με το λαπτοπ, άνοιξαν τα παράθυρα συνομιλίας στην οθόνη. Γκεϊ νταρ, μαν τζαμ, εμ ες εν, HON, Τέτοια πέραση πια;..

Ο Αρης, ξύπνησε. Ρωτά με τα μάτια κλειστά, ποιός ήταν στο τηλέφωνο. Του λέω. "Θα φύγεις;.." "Ναι, πρέπει, Αρη μου", λέω όσο πιο ήπια μπορώ. Ξέρω ότι δεν του αρέσει αυτό. "Θα επιστρέψεις μετά;" ρωτάει χαμηλόφωνα. ¨Θα επιστρέψω, ναι". Κλείνω τα παράθυρα, χωρίς να απαντήσω σε κανέναν.

"Θα σε περιμένω... "