22 Φεβρουαρίου 2007

Το φιλί

Caro diario

Ξανά μετά από καιρό τα μάτια μου εστιάζουν σε μια άσπρη επιφάνεια προσπαθώντας να βάλω μια τάξη στις σκέψεις μου και να τις μετατρέψω σε μυστικά 0 και 1. Και τι θαύμα - γιατί μόνο έτσι το εξηγώ- να γράφω από το γραφείο. Δίπλα από το θαμπό παράθυρο, πίσω από έναν εξίσου θαμπό ουρανό. Παράξενη μέρα...

Ενα φλιτζάνι καφέ χάσκει ακόμα πάνω στο γραφείο μου. Τα τηλέφωνα δεν χτυπούν δαιμονισμένα, οι συνάδελφοι αμίλητοι - αυτό και αν είναι θαύμα- κρυμένοι πίσω από τις οθόνες. Ούτε τον ήχο των πληκτολογίων τους δεν ακούω. Η τηλεόραση δεν ουρλιάζει - δείχνει ανώδυνα βίντεο κλιπ - ο "μεγάλος" έχει να με καλέσει από την Δευτέρα. Τώρα, αναρωτιέμαι αν αυτό είναι καλό ή κακό. Γιατί ως συνήθως όλο και κάποιος από τους παρατεταγμένους "καρέκλάδες", επωφθαλμιεί και τη δική μου καρέκλα για να στρώσει τον τρυφιλό του κώλο. Ρε μπας και γίνομαι Νέρωνας βλέποντας παντού εχθρούς; Mπα, δεν με έχουν φτάσει ακόμα σε αυτό το σημείο. Ή έτσι θέλω να νομίζω. Θα το ξανασκεφθώ αργότερα.

Φέρνω το φλιτζάνι με τον καφέ στα χείλη μου, για να διώξω τις αγχωτικές σκέψεις. Κρύωσε, ξεθύμανε αλλά πίνω μια γουλιά. Θυμάμαι το χθεσινό βράδυ - βράδυ γενεθλείων για τον Αρη - που είχαμε ανοικτά τα παράθυρα στο σπίτι, για να μπει μέσα ένας ανοιξιάτικος αέρας. Νομίζω και με μια ιδέα μακρυνής βροχής. Στεκόμουν πάνω από την αχνιστή κατσαρόλα προσπαθώντας να δω πίσω από τα θολωμένα μου γυαλιά, όταν ο Αρης με ρώτησε αν ακούω τα βατράχια. Τα άκουγα. «Ανοιξη» είπε, χωρίς να καταλάβω αν μονολογούσε ή το έλεγε σε μένα. Πάτησα το κουμπί και δυνάμωσα τον απορροφητήρα. Τα κοάσματα χαθήκαν. Κλείσαμε και τα παράθυρα.

Φάγαμε αντικρυστά πίσω από ένα ψιλόλιγνο πορτοκαλί κερί. Βγάλαμε και το "καλό" μας σερβίτσιο. Λόγω της ημέρας. Κλείσαμε την τηλεόραση. Προτίμησα ένα σάιτ που έπαιζε χαλαρωτική μουσική. «Ολα μας πάνε τόσο καλά, τον τελευταίο καιρό, ε;» Ρώτησα, περισσότερο για να πω κάτι. Η μύχια σκέψη που επακολούθησε ήταν ότι σε αυτές τις περιπτώσεις ακολουθεί συνήθως κάτι πολύ κακό. Δεν το ανέφερα. «Ναι, όλα πάνε καλά.» είπε ο Αρης, χωρίς να με κοιτάξει. Μιλήσαμε για τη νέα του δουλειά, τις σχέσεις με τους συναδέλφους, το νέο εργασιακό περιβάλλον. Θα συνεργαζόμαστε κι όλας. Προς το τέλος, θυμήθηκα το περιστατικό στο Μπάντιμγκτον. Το είχε ξεχάσει και βάλθηκα να το λέω, εκεί λίγο πριν φέρω την τούρτα.

Βγήκαμε από το θέατρο - κονσέρβα, ενώ η βροχή δεν έλεγε να σταματήσει (Ενα και μοναδικό Ολυμπιακό έργο είχε πρόβλεψη κονδυλίου κατεδάφισης στον φάκελο των Αγώνων, αυτό στου Γουδή, και το ξεπούλησαν πρώτο απ΄όλα οι πεινασμένοι.) Τα παντελόνια μούσκεμα ως τα σώβρακα, τα παπούτσια ως τις κάλτσες. Ο αέρας αχρήστευε εν πολλοίς τις ομπρέλες μας ενώ προσπαθούσαμε - μαζί με άλλους συνοδοιπόρους- να περάσουμε ανάμεσα από τα χιλιάδες ακινητοποιημένα αυτοκίνητα. Ξεκόψαμε από τον ορυμαγδό για να βρεθούμε στο δρομάκι για το 401. Είχαμε μια γλυκιά διάθεση παρά την κουραστική και εν ολίγοις αδιάφορη παράσταση των "Κύκνων". Ξαφνικά μου 'ρθε η επιθυμιά να τον φιλήσω. Ετσι, κάτω από εκείνη την ξαφνική κυριακάτικη βροχή, με τις ομπρέλες στους ώμους. Του το΄πα. Κοντοστάθηκε, προτάσσοντας - μια ιδέα- τα κεφάλι του, που το έγυρε ελαφρά στο πλάι. Χαμογελούσε διαβολικά...

Σταμάτησα επί τόπου διστακτικός. Τον κοίταξα προσπαθώντας να διακρίνω τα μάτια του στο λιγοστό φως, πριν βρω να πω τελικά: «Χάθηκε να βγει και στο δικό μου κρεβάτι ένας κύκνος και όχι ένα... ασχημόπαπo;» έκανα περιπαιχτικά, για να αποφύγω την πρόκληση. Γέλασε δυνατά και αμέσως μετά κινήθηκε προς το μέρος μου, σχεδόν... απειλητικά. Τώρα πια είχαν ενωθεί οι ώμοι μας. Χαμήλωσε την μαύρη ομπρέλα πάνω από τα κεφάλια μας. Το άσπρο του ματιού μου γύρισε μια αριστερά και μια δεξιά. Κανείς δεν φαινόταν. Σκοτείνιασε. Με φίλησε τρυφερά στα χείλη, ενώ η βροχή δυνάμωνε...

4 σχόλια:

Provato είπε...

hey, I am here and I read you.

keep up.

Μπεεε

hotel iris είπε...

καμιά φορά το φιλί είναι αυτό που μας μένει...ας συνεχίσουμε να φιλιόμαστε ως τους καιρούς με τις λιακάδες...

Alex A. είπε...

Welcome back! Μας έλειψες...

Wrong Guy είπε...

hey!! ξέρεις πόσο καιρό περίμενα να δω καινούριο ποστ?? μου έλειψες!