22 Απριλίου 2006

Η ανάσταση δεν περιμένει

Caro diario

Πήρε να μεσημεριάζει πια. Στο πόδι από το πρωί για τα τελευταία ψώνια, αλλά ακόμα δεν έχω βγεί έξω. Τα αφήνω για αργότερα. Με γένια μιας εβδομάδας (και τι εβδομάδας), με το κρύωμα να με πιλατεύει ακόμα και τα νεύρα μου τεντωμένα. Φοβάμαι ότι ξαφνικά μπορεί να πεταχτούν έξω από το σώμα μου. Προσπαθώ να αποφασίσω ποιά στιγμή της ημέρας θα χωθώ στο μπάνιο για ένα καυτό ντους. Κατά τις επτά θα έρθει η Μπία (εκ του Ευλαμπία) για να περάσουμε μαζί το Πάσχα στο σπίτι των δικών μου. Σκέφτομαι ότι πρέπει να πάω μαζί της το βράδυ σε κάποια εκκλησία για την Ανάσταση. Θολώνω όταν σκέφτομαι ότι πρέπει να βρω ρούχα. Ο καιρός κάνει τα πράγματα ακόμα πιο δύσκολα.

Ψαχουλεύω στο ψηγείο για να βρω κάτι φαγώσιμο. Καταλήγω να ετοιμάζω ρύζι. Ψάχνω για κέτσαπ αλλά έχει τελειώσει. Πετάω το άδειο μπουκάλι και προσγειώνεται εκτός της σακούλας με τα σκουπίδια. Λερώνει το χαλί και το δάπεδο. Μου μοιάζει με αίμα. Χτυπάει το τηλέφωνο. Αναγνώριση κλήσης. Είναι ο Αρης. Ρωτάει πως είμαι. Τι ώρα θα πάω να πάρω την Μπία, σε ποιά εκκλησία θα πάμε. Απαντάω με μικρές πονεμένες φράσεις. Ρωτάω και εγώ κάτι. Καταλαβαίνω πως δεν περνάει καλά. Μπορεί και να του λείπω. Το ρύζι βράζει και είναι σαν άσπρη λάβα που, ξερνάει το ηφαίστειο "κατσαρόλα". Κλείνω βιαστικά το τηλέφωνο. Το "Σ' αγαπώ" από την άλλη άκρη μένει μεταίωρο στον αέρα.

Ρίχνω ένα αναβράζον ντεπόν σε ένα ποτήρι. Τρώω βαριεστημένα το καυτό ρύζι. Χωρίς κέτσαπ. Ο λαιμός μου το δέχεται ευχάριστα. Ξαφνικά όλα μου φαίνονται να καλυτερεύουν. Ακόμα και ο καιρός δείχνει να ανοίγει. Μια ξεστρατησμένη δέσμη ήλιου , σαν μικρός προβολέας ψάχνει μέσα στο πιάτο μου. Το μπασμάτι γίνεται κιτρινωπό. Καταπίνω με δυσκολία το νερό με γεύση ντεπόν. Ξαναγεμίζω το ποτήρι με νερό για να καθαρίσει το στόμα μου. Πετάω κατσαρόλα, ποτήρια και πιάτα μέσα στο νεροχύτη. Σκέφτομαι αν πρέπει να ανάψω τσιγάρο. Τελικά ανάβω. Ο γκρίζος καπνός ξύνει το λαιμό μου. Το σβήνω μετά από τις πρώτες ρουφιξιές. Καίω το δάκτυλό μου σβήνοντας το τσιγάρο στο βρώμικο τασάκι.

Κοιτάω το ρολόι, που μου δείχνει περασμένες δύο. Γράφω σε ένα "ποστ ιτ" μερικά πράγματα. Ντύνομαι πρόχειρα, αποχαιρετώ τη γάτα μου και κλείνω την πόρτα. Ο αέρας γεμίζει τα πνευμόνια μου και εγώ εισπένω λαίμαργα. Είναι ωραία να είσαι έξω. Ο λιγοστός ήλιος μου καίει τα μάτια. Φοράω τα γιυλιά και γυρίζω το κλειδί στη μηχανή. Πρέπει να προλάβω. Η Aνάσταση δεν περιμένει.

Δεν υπάρχουν σχόλια: